βιβλιοθηκονόμος

βιβλιοθηκονόμος
ο
επιστήμονας ειδικός στην οργάνωση και λειτουργία βιβλιοθήκης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < βιβλιοθήκη + -νομος < νέμω (πρβλ. αστυνόμος, αγρονόμος)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • βιβλιονόμος — ο ο βιβλιοθηκονόμος. [ΕΤΥΜΟΛ. < βιβλίο(ν) + νόμος < νέμω (πρβλ. βιβλιοθηκονόμος, αστυνόμος). Η λ. μαρτυρείται από το 1875 στον Αχιλλέα Ποστολάκα] …   Dictionary of Greek

  • βιβλιοθηκονομία — Έτσι ονομάζεται το επάγγελμα που έχει ως αντικείμενο την οργάνωση και τη διοίκηση των βιβλιοθηκών. Ο τομέας της οργάνωσης περιλαμβάνει την ίδρυση της βιβλιοθήκης, την απόκτηση βιβλίων, την εγγραφή τους στους καταλόγους και την τοποθέτησή τους… …   Dictionary of Greek

  • Κοκκίνης, Σπύρος — (Χαλκίδα 1928 –). Βιβλιοθηκονόμος και λογοτέχνης. Σπούδασε νομικά και βιβλιοθηκονομία και σταδιοδρόμησε ως προϊστάμενος των βιβλιοθηκών της Χαλκίδας (1957 64), του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου (1965 67), του Ανωτάτου Εκπαιδευτικού Συμβουλίου (1968… …   Dictionary of Greek

  • Ντελόπουλος, Κυριάκος — (Κέρκυρα 1933 –). Βιβλιοθηκονόμος, βιβλιογράφος, συγγραφέας και μεταφραστής. Σπούδασε αγγλική φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και βιβλιοθηκονομία στις ΗΠΑ. Σταδιοδρόμησε ως βιβλιοθηκάριος, αρχικά, και διευθυντής βιβλιοθηκών του Κολλεγίου Αθηνών …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”